Γράφει η Λαμπρινή Χ. Θωμά - 03/04/2009
Πριν από μερικά χρόνια, τέτοιες μέρες, η είδηση για αιματηρές συγκρούσεις με «μαχαίρια, ρόπαλα και τσεκούρια» στο κέντρο της Αθήνας θα αντιμετωπίζονταν ως πρωταπριλιάτικη φάρσα. Να όμως που, για δεύτερη φορά μέσα στο τελευταίο εξάμηνο, συμμορίες αλλοδαπών συγκρούονται στις οδούς Σοφοκλέους και Μενάνδρου, διεκδικώντας, η κάθε εθνότητα, τον έλεγχο της περιοχής για τις δικές της «δραστηριότητες».
Δεν πρόκειται παρά για τις πιο εμπορεύσιμες από τις ειδήσεις της νέας βίας. Οι περισσότερες καθημερινές επιθέσεις, εγκλήματα και παραβάσεις μικρότερης έντασης δεν βλέπουν το φως της δημοσιότητας ή περιορίζονται σε κάποιο μονόστηλο. Οι επίσημες στατιστικές της αστυνομίας για το περασμένο έτος λένε ότι είχαμε 25% περισσότερους βιασμούς σε σχέση με το 2007 (και 34% παραπάνω σε σχέση με το μέσο όρο των τελευταίων οκτώ ετών), 16% περισσότερες ληστείες σε σχέση με το 2007 (και 54% παραπάνω σε σχέση με το μέσο όρο των τελευταίων οκτώ ετών), 15% παραπάνω διαρρήξεις (και 41% περισσότερες σε σχέση με το μέσο όρο των τελευταίων οκτώ ετών) και 30% περισσότερες υποθέσεις ναρκωτικών. Και ενώ είναι εντυπωσιακή η σταδιακή αύξηση της εγκληματικότητας από το 2000, ακόμα πιο εντυπωσιακή είναι η «έκρηξη» της το περασμένο έτος. Εντυπωσιακή και δυσοίωνη.
Ενώ σε κάθε κράτος που σέβεται τον εαυτό του αυτή η κατάσταση θα αποτελούσε αφορμή σοβαρού δημοσίου διαλόγου με ζητούμενο την λήψη των κατάλληλων μέτρων, στην Ελλάδα το όλο θέμα απαξιώνεται αν δεν λοιδωρείται κι όλας σαν «αδικαιολόγητη φοβία των μικροαστών» και των περιφρονητικά χαρακτηρισμένων ως «νοικοκυραίων».
Εν Ελλάδι, ορισμένοι έχουν εμπεδώσει τόσο την ρήση του Προυντόν ότι «η ιδιοκτησία είναι κλοπή» ώστε κάθε αντίδραση μπροστά στην άνοδο της εγκληματικότητας τους είναι περιφρονητέα. Όποιος δε επιθυμεί την εφαρμογή των νόμων, αυτός πια είναι σεσημασμένος οπαδός «του νόμου και της τάξεως», δηλαδή λίγο-πολύ χουντικός.
Αν μάλιστα τολμήσει να ψελλίσει ότι οι αλλοδαποί μετανάστες και λαθρομετανάστες έχουν παίξει και αυτοί το ρόλο τους στην άνοδο της εγκληματικότητας, ε, τότε πολιτικοί, δημοσιογράφοι, παράγοντες, μη κυβερνητικές οργανώσεις και μαϊντανοί των ΜΜΕ θα τον καταδικάσουν αυτόματα ως ξενόφοβο, ρατσιστή και οπαδό μπουμπούκων και ετέρων μπουμπουκιών.
Τι και αν ενώ οι αλλοδαποί υπολογίζονται γύρω στο 10% του πληθυσμού, είναι υπεύθυνοι για το 42% των ανθρωποκτονιών, 30% των απατών, 43% των βιασμών, 44% των διαρρήξεων, 32% των κλοπών τροχοφόρων, το 50.6% των ληστειών, 40.7% των υποθέσεων σεξουαλικής εκμετάλλευσης και το 26.3% των υποθέσεων παράνομης οπλοκατοχής που διεξάχθηκαν το σωτήριο έτος 2008.
Και οι αριθμοί είναι, από ό,τι φαίνεται, ξενόφοβοι. Και δεν είναι καν πλήρεις, αφού λόγω των δεκάδων χιλιάδων παράνομων ματαναστών που δεν είναι καταγεγραμμένοι πουθενά «και άρα χωρίς τους άτυπους κοινωνικούς ελέγχους που ισχύουν για τους άλλους, η συντριπτική πλειονότητα των εγκλημάτων που διαπράττονται από τους αλλοδαπούς παραμένουν ανεξιχνίαστα και η αριθμητική τους συμμετοχή στο έγκλημα μικρή», όπως είχε δηλώσει προ δεκαετίας ήδη στην Καθημερινή, ο καθηγητής Εγκληματολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Ιάκωβος Φαρσεδάκης. (Δικαιολογημένη, ελπίζουμε, ευαισθησία υποχρεώνει εδώ να αναφερθούν και πλευρές που πλήττουν δυσκόλως κεκτημένα της ελλαδικής κοινωνίας, όπως οι υποθέσεις εις βάρος γυναικών - θυγατέρων και συζύγων- που ποτέ δεν βγαίνουν έξω από τα φτηνά δωμάτια της μεταναστευτικής δυστυχίας. Και άλλα πολλά ανάλογα, που ίσως μες στο γενικότερο πλαίσιο να ηχούν ως λεπτομέρειες).
Την μαζική λαθρομετανάστευση, χωρίς υποδομές, χωρίς ελέγχους και χωρίς πρόγραμμα την υποδέχθηκαν πολλοί ως προάγγελο μιας νέας, πολυπολιτισμικής κοινωνίας. Λες και αρκεί να στοιβάξεις εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους μακριά απ’ την πατρίδα τους, σε αναζήτηση αβέβαιης εργασίας και σε άθλιες συνθήκες, για να φυτρώσει πολυπολιτισμός. Αυτός ο κύριος όμως, για να σημαίνει κάτι και να μην καταντά κενό διαφημιστικό σλόγκαν, έχει προϋπόθεση την συνάντηση πολιτισμών. Κάτι αδύνατον όταν οι λαθρομετανάστες έρχονται ακριβώς αποστερούμενοι τον πολιτισμό τους, σαν «ανθρώπινο δυναμικό» προς εκμετάλλευση. Τα γκέτο, υπό αυτές τις συνθήκες, είναι αναπόφευκτα. Και δημιουργήθηκαν.
Από τα άνετα προάστια, την ελληνική ιδιότυπη suburbia των υψηλών εισοδημάτων, εύκολα τα παραβλέπει κανείς όλα αυτά και ασκεί αφ’ υψηλού κριτική στους κατοίκους του Αγίου Παντελεήμονα. Εύκολα βλέπει και κατακρίνει τις ακρότητες τους, την καταφυγή τους στην αυτοδικία, την στροφή τους στην δεξιά ή και την ακροδεξιά. Δύσκολα όμως καταλαβαίνει τα προβλήματά τους. Λογικό, αφού για τα άνετα προάστια τα γκέτο είναι σαν τις χωματερές. Μόνο οι Φιλιπινέζες τους έχουν το ελεύθερο σε αυτές τις περιοχές. Άλλωστε, οι φωνές του απαίσιου θιάσου δεν χρειάζεται να πάρουν τον νόμο στα χέρια τους για να διώξουν τους λαθρομετανάστες από την Κηφισιά. Αυτό το αναλαμβάνουν από μόνα τους τα υψηλά ενοίκια.
Βεβαίως, δεν είναι μόνο οι μετανάστες υπεύθυνοι για την αύξηση της εγκληματικότητας ―ακόμη και αν είναι δυσανάλογα υψηλά τα ποσοστά συμμετοχής τους σε αυτήν. Είναι και όλο το παραμύθι «γκλαμουριάς», υπερκατανάλωσης και γρήγορου πλουτισμού που εμπέδωσε από το ‘90 και μετά η ελληνική κοινωνία. Είναι και η διάλυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και της όποιας ελληνικής βιομηχανίας που μετέτρεψε άλλους σε υπάλληλους διαφόρων «φρανσάιζ» και άλλους σε ανέργους. Είναι και η αυξανόμενη ιδιωτεία και ιδιοτέλεια των κατά λάθος ελλήνων.
Η υψηλή εγκληματικότητα, όμως, είναι εδώ για να μείνει. Και, αντίθετα με όσα γράφονται και λέγονται, όσοι αντιδρούν δεν είναι αναγκαστικά συντηρητικοί, ούτε είναι επηρεασμένοι «από την τηλεόραση και την κινδυνολογία της». Ο κόσμος δεν είναι ηλίθιος. Θυμάται μια εποχή, όχι πολύ μακριά, που στις συνοικίες δεν χρειάζονταν να κλειδώνεις την εξώπορτα. Και δεν τολμά καν να την νοσταλγήσει
No comments:
Post a Comment